avant drag

Με τον Φιλ Ιερόπουλο, είχαμε συναντηθεί πρώτη φορά ένα φθινόπωρο στο Beaver. Τότε, είχαμε μιλήσει για το αυτοοργανωμένο φεστιβάλ Athens Festival of Queer Performance, ενώ πέντε σχεδόν χρόνια μετά, βρισκόμαστε ξανά για να συζητήσουμε για τη ταινία «Avant-Drag!» που σκηνοθέτησε και που έρχεται σαν κρότος να θρυμματίσει τη βιτρίνα μιας κανονικότητας, η οποία λαμποκοπά φθηνές ιδεοληψίες σε τιμές κάτω κόστους. Στο «Avant-Drag!», δέκα drag queens συναντιούνται με τον πιο σκληρό και παράλληλα πιο μαλακό τρόπο, ενώ οι αλήθειες γράφονται με πόνο και οργή στους τοίχους και στους δρόμους που διεκδικούμε να περπατάμε χωρίς φόβο. 

Το «Avant-Drag!», είναι ένα φιλμ που δίνει χώρο στο να μοιραστούν και να ειπωθούν οι ιστορίες, δημιουργώντας μια κληρονομιά μνήμης. 

«Χαίρομαι που από την ταινία αυτή γίνεται αντιληπτό πως πρόκειται για ένα έργο που θέλει να αφήσει παρακαταθήκη: Μιας σκηνής, μιας κοινότητας και μιας Αθήνας που με τους ρυθμούς που κινείται –το gentrification– ίσως να μην υπάρχει σε 5 χρόνια. Στην ταινία, διακρίνονται θραύσματα της πόλης που συνδέονται με ιστορίες που ίσως με τα χρόνια “σκουπιστούν”. Πιο συγκεκριμένα σε ό,τι αφορά τις queer ζωές, είναι ένα χρονικό σημείο κλειδί: Ψηφίζονται νόμοι, ανεβαίνουν queer παραστάσεις σε θεσμούς, αυξάνεται η ορατότητα. Όμως, αλλάζει όντως η ελληνική κοινωνία; Ποια άτομα αφορούν οι καινούργιοι νόμοι; Είναι συμπεριληπτικοί; Ο τρόπος που παρουσιάζεται το queer από τα ιδρύματα πολιτισμού είναι πραγματικά πολιτικός; Πριν τρία χρόνια κάναμε ως ΦΥΤΑ μια όπερα στη Λυρική– που τελικά μετατράπηκε σε ταινία λόγω covid».

«Το έργο εξελίχθηκε σε σφοδρή κριτική της ελληνικής κοινωνίας –είχαμε μόλις χάσει τη Zackie–, με αποτέλεσμα ο συγκεκριμένος θεσμός να μην ανεβάσει το έργο στη διαδικτυακή πλατφόρμα του. Δυο χρόνια μετά, ακολούθησε με το γνωστό σε όλα μας faux-pas– η περίπτωση της “Στρέλλας”. Μήπως, λοιπόν, το queer το αξιοποιούν οι θεσμοί για να γκλιτεράρουν το πρόγραμμά τους και να φαίνονται προοδευτικοί; Υπάρχει αληθινή στήριξη των queer ανθρώπων και σκηνών ή ζούμε το φαινόμενο του pinkwashing, σε μια φάση που τα queer δικαιώματα χρησιμοποιούνται ως καμουφλάζ για την προώθηση νεοφιλελεύθερης ατζέντας;». 

 Ο Φιλ, μου εξηγεί ότι η ταινία «Avant-Drag!» έγινε τελείως ανεξάρτητα, από μια κοινότητα που μιλάει για τον εαυτό της, και αυτό είναι καίριο.

Πιστεύει πως το έργο αυτό έχει λειτουργήσει ενδυναμωτικά και απελευθερωτικά για τα συμμετέχοντα, αλλά και το κοινό. Μάλιστα, στην πρεμιέρα τους στη Θεσσαλονίκη, μίλησε το Άρι που δέχτηκε την επίθεση στην Αριστοτέλους. Η ταινία ετοιμάζεται να προβληθεί σε διάφορες χώρες, αλλά και στην ελληνική επαρχία. Ως μέλος της κοινότητας και σκηνοθέτης της συγκεκριμένης ταινίας, ο Φιλ γνώριζε καλά τους ανθρώπους που είχε απέναντί του και από τους οποίους ζήτησε να μοιραστούν ένα κομμάτι της προσωπικής τους πορείας και ζωής. Αναρωτιέμαι αν, παρ’ όλα αυτά, υπήρξε κάτι που ανακάλυψε μέσα απ’ αυτό το δημιουργικό ταξίδι που έκαναν παρέα.

«Τη δουλειά τους την ήξερα από πριν, κάποιων θα έλεγα και πολύ καλά μετά από χρόνια συνεργασίας. Ήταν σημαντικό για μένα να συνδέομαι προσωπικά με αρκετά από τα performers, όχι να γίνει απλά ένα ανθρωπολογικό ντοκιμαντέρ παρατήρησης. Θέλω το κοινό να είναι μέσα, δίπλα, να νιώσει πως είναι εκεί και αυτές είναι φιλενάδες του. Από εκεί και πέρα, το να κάνεις μια ταινία με τόσο εκρηκτικά πολυσχιδείς περσόνες είχε συνεχόμενες ανακαλύψεις. Δομικό στοιχείο της ταινίας είναι πως τα περφόρμερς μιλούν για τις εαυτές τους ανοιχτά, πως δεν πρόκειται για ένα σόου». 

«Κάποιες φορές ήταν σαν να άνοιγε ένα κουτί με έναν κόσμο αλά Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων, απ’ τον οποίο έπρεπε να κρατήσω μόνο 7-8 λεπτά για την κάθε περσόνα, ενώ στην πραγματικότητα η καθεμία θα μπορούσε να είναι δική της ταινία. Είμαι πολύ χαρούμενος που πήραμε την απόφαση να συνδεθεί το drag με τη ζωή και το βίωμά τους, γιατί άνοιξε ένα χρυσορυχείο αναφορών, εμπειριών, εικόνων, πολιτικών τοποθετήσεων και συναισθημάτων. Δυστυχώς, στο δημιουργικό μας ταξίδι, αντιμετωπίσαμε κι αρνητικά συμβάντα, όπως τα όρια και η έλλειψη αποδοχής της ελληνικής κοινωνίας σε ό,τι αφορά τη δημόσια ύπαρξη ανθρώπων με διαφορετική επιτέλεση και έκφραση φύλου από τη συνηθισμένη».

Κάτι που έχουμε κουραστεί να ακούμε διαρκώς τα τελευταία αρκετά πλέον χρόνια, αφορά την «πρόκληση» που μπορεί να δημιουργεί μια ταινία σαν το «Avant-Drag!», καθώς και το κάθε υποκείμενο στην προσωπική του ζωή αναλόγως με το πόσο ταιριάζει στην κατασκευασμένη κανονικότητα που μας έχουν «κουμπώσει». 

Avant-Drag

Φιλ Ιερόπουλος

Ρωτάω, λοιπόν, τον Φιλ τι είναι αυτό που προκαλεί σε εκείνον η Ελλάδα του 2024.

«Αν απορυθμίσω τα πράγματα που μου προκαλούν ναυτία στην Ελλάδα του 2024, δε θα τελειώσω ούτε αύριο. Θα προτιμούσα να μην είχαν μεγάφωνα οι εκκλησίες, να μην πετάνε σχιστά από πάνω μας οι κάφροι της αεροπορίας και φοβάται η γάτα μου στις εθνικές γιορτές. Θα προτιμούσα στον ηλεκτρικό να μη λένε οι άνθρωποι δυνατά ρατσιστικά σχόλια στους διπλανούς τους, σαν να είναι αυτή αποδεκτή συμπεριφορά κοινωνικά. Ας τα κάνουν στα σπίτια τους όλα αυτά. Η Ελλάδα είναι μια φονταμενταλιστική φιλο-ακροδεξιά χώρα στην οποία ασφυκτιούμε πολλοί άνθρωποι. Βέβαια, πολλά από μας προσπαθούμε να μη βλέπουμε μόνο τις φρικωδίες και να εστιάζουμε και στα θετικά». 

Η ταινία «Avant-Drag!» παρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, τη στιγμή που στην πόλη συνέβη μια ασύλληπτα τρομακτική, σκοταδιστική και ντροπιαστική στιγμή, με έναν όχλο να κυνηγά δύο queer άτομα, απειλώντας τη σωματική τους ακεραιότητα. Ταυτόχρονα, ακροδεξιές ομάδες καλούσαν σε συγκεντρώσεις και αφορισμούς έξω από κτίριο, στο οποίο θα προβάλλονταν η ταινία «Αδέσποτα κορμιά» της Ελίνας Ψύκου. Τον ρωτάω πώς θυμάται εκείνες τις μέρες. 

«Το φετινό Φεστιβάλ Κινηματογράφου ήταν ίσως το πιο ενδιαφέρον πολιτικά που έχει γίνει, είδαμε σε αυτό μέχρι και σημαντικότατες παρεμβάσεις για την Παλαιστίνη. Δε με εξέπληξε αυτό που συνέβη στην ταινία της Ελίνας, στην οποία στείλαμε αμέσως τη στήριξή μας, στέλνοντας κι εκείνη τη δική της προς εμάς. Έχοντας κάνει πολλά αιχμηρά artworks στο παρελθόν, που έχουν φτάσει μέχρι τα εξώφυλλα φασιστικών φυλλάδων –όπως η Espresso ή ο Στοχος– είμαι κάπως συνηθισμένος σ’ αυτά. Η αλήθεια όμως είναι, ότι η ομοτρανσφοβική επίθεση από τον όχλο, με φρίκαρε και μου φάνηκε πρωτοφανής γιατί επρόκειτο για μικρά παιδιά. Ήλπιζα πως οι νέες γενιές είναι πιο «ανοιχτές» στα έμφυλα ζητήματα. Απ’ ό,τι φαίνεται πρόκειται για τα παιδιά Χρυσαυγιτών που υπάρχουν στη γύρα ακόμη». 

Ο Φιλ, δεν μπορεί να πει με σιγουριά αν ακόμα και το κοινό της δικής τους ταινίας είναι έτοιμο να δεχτεί το statement της ταινίας και πως η Ελλάδα είναι ένα ασφυκτικό μέρος. 

«Νομίζω ότι οι Έλληνες είναι απλά πολύ πατριώτες, ακόμα κι αν δεν είναι φασίστες.  Μόλις σκρατσάρεις λίγο την επιφάνεια, βλέπεις μια έστω και εναλλακτική πατριδολαγνεία. Για εμάς, το να κάνουμε αμιγώς και χωρίς αμφιβολία τοποθέτησης ανθελληνικά έργα εδώ και μια δεκαετία –και όχι απλά έργα με χαλαρές ανθρωπιστικές κριτικές– είναι πολιτική απόφαση. Παίρνουμε μια θέση αιρετικών κακών παιδιών για να μετακινήσουμε λίγο μια συζήτηση που επικινδύνως φλερτάρει με την ακροδεξιά. Θεωρώ πως μια τέτοια καλλιτεχνική avant-garde είναι απαραίτητη και πως κάτι έχουμε καταφέρει». 

Οι άνθρωποι της ταινίας, ανεβαίνοντας στη σκηνή του Φεστιβάλ, κράτησαν πικέτες όπου αναγράφονταν το: «Destroy Greece». Το Φεστιβάλ διαχώρισε τη θέση του από την κίνηση αυτή. Αναρωτιέμαι πόσο τον πίκρανε αυτή η στάση. 

«Πικράθηκα και εξοργίστηκα. Από πριν είχα διαισθανθεί ότι κάτι δεν πάει καλά, όταν δηλαδή το Φεστιβάλ που επέλεξε queer θεματική φέτος, δεν μας έστειλε ένα e-mail στήριξης όταν έγιναν τα τρανσφοβικά γεγονότα στην Αριστοτέλους, ούτε σκέφτηκε να προσφέρει π.χ. αμάξια για την ασφαλή μετακίνηση των συμμετεχόντων. Όμως και πάλι, δεν περίμενα να καταδικάσουν ή να γραφτεί ότι έπρεπε να πάρουμε άδεια για το τι θα πούμε στο Q&A μας! Παράλληλα, όλο αυτό μοιάζει με στροφή 180 μοιρών από την προηγούμενη δήλωση της Ελίζ Ζαλαντό για την ταινία της Ελίνας».

«Φήμες που έχω ακούσει, λένε πως η ανάρτηση προέρχεται από (ακρο)δεξιά στοιχεία που υπάρχουν στο διοικητικό συμβούλιο του Φεστιβάλ και όχι από τους ίδιους τους καλλιτεχνικούς διευθυντές. Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για ένα κατάπτυστο κείμενο που, ουσιαστικά, δικαιολογείται σε ακροδεξιές φυλλάδες και άρα, ισοπεδώνει στην ουσία τη σημασία του οποιοδήποτε queer αφιερώματος. Η θέση της ταινίας είναι έτσι κι αλλιώς ξεκάθαρη, οπότε ένα Φεστιβάλ που την πήρε στο πρόγραμμά του, την έβαλε στο διαγωνιστικό του και μάλιστα τη βράβευσε, πώς γίνεται μετά να την αδειάζει έτσι;».

«Υπάρχει online στήριξη από κάποιον κόσμο, όμως εκτός από το Antivirus και την Εποχή δεν ασχολήθηκαν άλλα μέσα με την περίπτωσή μας. Μάλιστα, μας ζητήθηκε από το EuroPride της Θεσσαλονίκης να προβάλλουν την ταινία κι όταν τους είπαμε ότι για να αισθανθούμε safe θέλουμε να διαχωρίσουν τη θέση τους από τη δήλωση του Φεστιβάλ, δεν το δέχτηκαν. Έπειτα, όταν έκανε ποστ το Antivirus με όλο αυτό που έχει συμβεί, υπήρξε μεγάλη στήριξη, αλλά και αρκετά φιλοπατριωτικά σχόλια που λέγαν: “Ε, προκάλεσαν… λογικό”. Στη χώρα που τα queer άτομα ακόμα δεν νοείται να βγουν χέρι-χέρι στο δρόμο, ο πατριωτισμός έχει διεισδύσει ακόμα και στους ΛΟΑΤΚΙ+ χώρους». 

Στην ταινία ακούγεται αρκετές φορές και από διαφορετικά υποκείμενα ότι το drag είναι πολιτική πράξη.

«Νομίζω πως όλα όσα συμβαίνουν γύρω από την ταινία μας αυτή την εποχή απαντάνε σε αυτό. Είμαι βέβαιος πως όταν θα έχουν την ευκαιρία να την παρακολουθήσουν ολόκληρη τα ακροδεξιά στοιχεία κι όχι απλά να δουν μια φωτογραφία, θα έχουμε δεύτερο γύρο φασαριών και μάλλον χειρότερες. Σε πολλά συγκείμενα και χώρες στον κόσμο, το drag έχει κανονικοποιηθεί από τις κοινωνίες και δεν έχει πλέον ιδιαίτερα αιχμηρή ουσία. Το ελληνικό drag είναι από τα πιο πολιτικά και αυτό έχει να κάνει με το ότι η ελληνική κοινωνία είναι από τις πιο μάτσο που υπάρχουν».

«Η ταινία μας, κατά κάποιον τρόπο, κάνει ένα tribute στην πιο πρώιμη εποχή του drag, πριν γίνει Rupaul’s Drag Race, όταν ήταν πραγματικά επικίνδυνο, όταν ήταν μια αμιγώς πολιτική πράξη κι όταν οι drag queens ήταν στις επάλξεις των ΛΟΑΤΚΙ+ επαναστάσεων. Ένας από τους λόγους που νομίζω ότι η ταινία έχει επιλεχθεί ήδη να παίξει σε φεστιβάλ πολλών χωρών, είναι ότι θυμίζει ίσως σε κοινωνίες που έχουν ξεχάσει λόγω της αφομοίωσης, ότι το drag είναι πολιτικό εργαλείο». 

«Στην Αυγή, γράφτηκε το πολύ κολακευτικό ότι ίσως μια μέρα αυτή η ταινία να θεωρείται το ελληνικό “Paris is Burning”. Αν και ντρέπομαι να μπαίνουμε ακόμη και στην ίδια πρόταση με έναν τέτοιο ογκόλιθο της queer ιστορίας –και ειδικά της μαύρης κουήρ ιστορίας– με συγκινεί πάρα πολύ το ότι υπάρχει μια ευρεία αποδοχή, πως φτιάξαμε ένα έργο που κάνει ένα σημαντικό πολιτικό statement, όχι μόνο για την ελληνική κοινωνία και το φασισμό, αλλά και για την επαναστατική δύναμη του drag, που μπορεί να εμπνεύσει ανθρώπους σε όλο τον κόσμο».

Avant-Drag

SerGay Parakatyanov

Aurora Paola: «Το να είναι queer μεταναστό στην Ελλάδα, είναι πολύ δύσκολο».

Ξεκινώντας της εξιστόρηση της ιστορίας της η Aurora Paola στην ταινία, κρατά χαρτόνια με αλβανικά ονόματα –τόπος καταγωγής της– που με ευκολία, όπως περιγράφει η ίδια, και χωρίς άδεια πολλές φορές, μετατράπηκαν σε ελληνικά. Δεδομένου του ότι το όνομά μας συνοδεύει από την ώρα που θα γεννηθούμε, τη ρωτάω αν πιστεύει ότι είναι ένα στοιχείο την ταυτότητάς μας που μπορεί τελικά να εμπεριέξει πολλαπλά τραύματα.

«To όνομα είναι όντως ένα στοιχείο της ταυτότητάς μας, που μπορεί να εμπεριέχει τραύματα, είτε γιατί δεν το θέλουμε ή δεν ταιριάζει με το φύλο μας, ή να μη μας καλύπτει. Παράλληλα, το όνομα αυτό μπορεί να έχει συνδυαστεί με διάφορες τραυματικές εμπειρίες, με το πώς μπορεί να σε φώναζαν ή να σε κορόιδευαν γι’ αυτό. Γι’ αυτό τον λόγο, άλλωστε, πολλά άτομα το αλλάζουνε. Ειδικά trans και non binary άτομα, επιλέγουν να αυτοπροσδιορίζονται διαφορετικά».

Τη ρωτάω για τη διαδικασία του να φτιάξει μία drag περσόνα και την εύρεση ενός ονόματος γι’ αυτήν.

«Έχει να κάνει με το ποιο κομμάτι του εαυτού σου θες να είσαι, να αφήσεις πίσω σου τραύματα, αλλά και τι θες να δείξεις, τι μπορεί να προβάλεις. Μπορεί να κρύβονται συμβολισμοί στο όνομά σου, να εμπεριέχονται πράγματα που θες να επικοινωνήσεις με τον κόσμο γύρω σου, ή/και με το εαυτό σου. Με το που βρίσκεις το όνομα, μπορείς να ανακαλύψεις πώς συνδέεται με το παρελθόν, ενώ άλλες φορές αποκόβεται εντελώς απ’ αυτό. Έχει να κάνει με έναν κύκλο εμπειριών που έρχονται μέσα από το drag, έχει να κάνει με το μέλλον. Είναι πολύ βοηθητικό να ακούς το όνομα που επιλέγεις. Είναι λυτρωτικό, είναι φαν και πολύ healing το να επιλέγεις το όνομά σου και τον τρόπο που θες να αυτοπροσδιορίζεσαι, και είναι ακόμη πιο ωραίο όταν και τα υπόλοιπα άτομα το κάνουμε αυτό για σένα και λειτουργούν επιβεβαιωτικά».

Avant-Drag

Parakatyanova Gazing

Στην ταινία, η Aurora Paola, αναφέρει ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα ρατσιστική. Τη ρωτάω πόσο πιο βίαιη μπορεί να γίνει για ένα queer άτομο που έχει μεταναστεύσει σε αυτήν.

«Το να ζεις ως queer στην Ελλάδα, είναι δύσκολο έτσι κι αλλιώς. Το να είσαι, όμως, και μεταναστό είναι ακόμα πιο δύσκολο γιατί εκτός από την ομοτρανσφοβία έρχεσαι αντιμέτωπο και με τον ρατσισμό, τη ξένοφοβία, τη γραφειοκρατία και τον θεσμικό ρατσισμό. Ακόμα και σε queer χώρους, ενώ η queer ταυτότητά μας γίνεται αποδεκτή ή ως επί τo πλείστoν αποδεκτή, πολλές φορές η μεταναστευτική ή προσφυγική ταυτότητά μας, δεν “περνά”. Δεν γίνεται πάντα αντιληπτό το βίωμα αυτό,  γιατί και τα queer άτομα φέρουν καταπιεστικά και ρατσιστικά κατάλοιπα, γίνονται πρόξενοι micro-aggressions του ρατσισμού, ακόμα και μέσα σε ένα πλαίσιο “πλάκας”. Για ένα μεταναστό, ακόμη κι ένας queer χώρος, δεν είναι αυτόματα ασφαλής».

Τόσο η Aurora Paola, όσο κι άλλες drag queens στην ταινία, βάζουν στο επίκεντρο την ελληνική σημαία.

«Δεν θεωρώ ότι είναι τυχαίο, μιας και διαχρονικά τα σύμβολα εκφέρουν καταπίεση και ασφυξία σε πολλά υποκείμενα, θέτοντας τους όρους που θα ζούμε. Η σημαία είναι ένα εθνικό σύμβολο, άρα και εθνικιστικό. Η ελληνική εθνική ταυτότητα είναι δομημένη πάνω στο τρίπτυχο “Πατρίς-θρησκεία-οικογένεια”, στο οποίο καθρεφτίζεται η καθαρή ελληνική πατρίδα, η χριστιανική θρησκεία και η “κανονική” πυρηνική οικογένεια με ετερόφυλους γονείς. Στη ουσία, όμως, καθαρή ελληνική πατρίδα σημαίνει δολοφονίες μεταναστών και Ρομά, pushbacks προσφύγων, απελάσεις, οικονομική και κοινωνική εκμετάλλευση μη Ελλήνων. Χριστιανική θρησκεία σημαίνει ισλαμοφοβία, ομοφοβία, τρανσφοβια κ.λπ., πάντα με το προσωπείο του καλού χριστιανού που απλώς διαφωνεί με τον τρόπο ζωής κάποιου».

«Και τέλος, η Αγία ελληνική πυρηνική οικογένεια της γυναικοκτονίας, του βιασμού παιδιών και της ενδοοικογενειακής βίας, που πάντα θα είναι καλύτερη από μια ομόφυλη οικογένεια ή μια οικογένεια μεταναστών. Η σημαία, λοιπόν, συμβολίζει αυτούς τους τρεις πυλώνες καταπίεσης, οι οποίοι αλληλοσυμπληρώνονται και αλληλοϋποστηρίζονται. Η σημαία ομορφαίνει και λειαίνει τα κακώς κείμενα και προσπαθεί να κρύψει την σαπίλα, έτσι ώστε να μπορεί κάθε ένας να νιώθει όμορφα που είναι Έλληνας, χωρίς να τον νοιάζει αν δολοφονούνται άτομα στην Ομόνοια, στα σύνορα, στο Αιγαίο». 

Avant-Drag

Aurora Paola

McMorait: «Ο πόνος μας θυμίζει πόσα χρωστάμε στις αδερφές μας που δεν είναι πια μαζί μας»

Από τα πρώτα κιόλας λεπτά που το McMorait ξεκινά να αφηγείται την ιστορία του, αναφέρει ότι η περσόνα του έχει επιρροές από αντιεξουσιαστικές θεωρίες. Το ρωτάω, λοιπόν, να μου εξηγήσει πώς αντιλαμβάνεται τη σύνδεση του queer και του αναρχικού κινήματος.

«Το queer είναι αυθύπαρκτα αντεξουσιαστικό. Το ίδιο το φύλο είναι μια εξουασιαστική δύναμη πάνω μας, μέσα από το πατριαρχικό πρίσμα που μας επιβάλλεται. Η αντίδραση σε αυτή την κοινωνική επιβολή του πώς θα ντυθείς/εκφραστείς/ερωτευτείς/υπάρξεις είναι μια σαφώς επαναστατική πρακτική, η οποία μάλιστα μπορεί να ενέχει έντονα ταξικές και φυλετικές προεκτάσεις. Η αναρχία, βέβαια, έχει σοβαρό πρόβλημα ματσιλάς, το οποίο κάνει τον χώρο συχνά αφιλόξενο ή και επικίνδυνο για τα queer υποκείμενα. Η σύνδεση ανάμεσα στα δυο κινήματα έρχεται στα μάτια μου μέσα από δυο “γέφυρες”. Η πρώτη είναι η αντίδραση στα εξουσιαστικά συστήματα, που, όπως προαναφέρθηκε, περιλαμβάνουν και την πατριαρχική αντίληψη του δίπολου άντρας-γυναίκα και των ρόλων που τα δύο αυτά φύλα οφείλουν να επιτελούν. Εδώ έρχεται το δεύτερο, που είναι ο ρόλος της αναρχίας ως πολιτική τοποθέτηση».

McMorait

«Δεν μπορεί η αναρχία σήμερα να μένει σε μονοθεματικές αναλύσεις και “προτεραιότητες” στις καταπιέσεις. Τα άτομα γύρω μας είναι πολυταυτοτικά, φέρουν διαφορετικά προνόμια και υπόκεινται σε διαφορετικές, συχνά πολλαπλές, καταπιέσεις. Είναι ο ρόλος μας ως αναρχικά πολιτικά όντα να τοποθετούμαστε ενάντια σε κάθε καταπιεστικό σύστημα, να αναγνωρίζουμε τις συνέργειες μεταξύ τους, να αντιλαμβανόμαστε τα προνόμιά μας και να τα χαλιναγωγούμε, έτσι ώστε να δημιουργούμε πραγματικούς πυρήνες αναρχίας, κοινότητες συμπεριληπτικές και χώρους ασφαλείς και φιλόξενους».

Κατά τη διάρκεια του ντοκιμαντέρ, το McMorait επισκέπτεται το σημείο δολοφονίας του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου και της Zackie Oh!, αλλά και την πλατεία Εξαρχείων όταν ακόμη είχε δέντρα και πάνοπλους αστυνομικούς. Στην αφήγησή του αναφέρει ότι: «Στην Ελλάδα φοβάμαι να ζήσω».

Τον ρωτάω τι κάνει τελικά αυτήν τη χώρα τόσο τρομακτική, αφιλόξενη και τελικά, δολοφονική.

«Η Ελλάδα στην πραγματικότητα δεν διαφέρει τρομερά από αυτό που συμβαίνει στον υπόλοιπο πλανήτη. Η άνοδος της alt-right και της neo-fascist κατεύθυνσης, ιδιαίτερα στη Δύση, φέρνει στο προσκήνιο πολύ σοβαρούς κινδύνους για ζητήματα που θεωρούνταν λυμένα. Βλέπουμε ακραίους μισογύνιδες, incels, δισεκατομμυριούχους λευκούς άντρες να γίνονται ήρωες όσων “καταπιέζονται” από τα “woke, sjw, feminazi queers”. Βλέπουμε τον εθνικισμό και τον θρησκευτικό φονταμενταλισμό να πολώνουν τον δημόσιο διάλογο ακόμα χειρότερα. Ο κόσμος γύρω μας έχει μια απροσδιόριστη και χωρίς στόχο οργή, η οποία ξεσπά στα πιο ευάλωτα άτομα».

«Την Ελλάδα πάντα την φοβόμουν. Κι αυτό γιατί στην Ελλάδα κακοποιήθηκα, στην Ελλάδα κυνηγήθηκα, στην Ελλάδα είδα τον Αλέξη, την Ζάκι, τα τρία Ρομ παιδιά, τον Παύλο Φύσσα, τα εκατοντάδες πτώματα στον πάτο του Αιγαίου, στον φράχτη του Αιγαίου. Στην Ελλάδα υπάρχει αυτό το τραύμα για εμένα. Μπορεί να συνέβαινε και αλλού; Πολύ πιθανό, όμως ασήμαντο. Γιατί με κάνει εδώ να νιώθω πως κινδυνεύω συνεχώς, εδώ να νιώθω ανεπιθύμητο. Το σύνθημα: “Η Ελλάδα να Πεθάνει, να ζήσουμε εμείς”, δεν είναι καθόλου τυχαίο. Δείχνει ακριβώς πως η Ελλάδα που βάζει τις ζωές μας κάτω από το υποκριτικό “Πατρίς, θρησκεία, οικογένεια”, εν τέλει μας σκοτώνει. Κι αν δεν πεθάνει, δεν θα ζήσουμε». 

Μιλάμε για το συλλογικό τραύμα που άνοιξε η δολοφονία της Zackie δημιουργώντας μια ρωγμή με το κυρίαρχο, με την κοινότητα πλέον να διεκδικεί μαζικά ορατότητα. Σε μια σκηνή της ταινίας, το McMorait, φωνάζεις το σύνθημα «κλωτσιές με 12ποντα να βάλετε μυαλό» με σπαραγμό. Αναρωτιέμαι πόσο πόνο κρύβει το ταξίδι της ενδυνάμωσης του κινήματος.

«Όπως λέω και στο δείπνο της ταινίας, το βράδυ εκείνης της μέρας θα το θυμάμαι για πάντα. Και πλέον, έχω να θυμάμαι και την πορεία-απάντηση στην ομοτρανσφοβική επίθεση της Αριστοτέλους. Ο πόνος, το πένθος και ο φόβος μας θυμίζουν πόσο αληθινό είναι το “έχουμε μόνο το ένα την άλλη”. Μέσα από αυτά τα συναισθήματα μπορούμε να αγκαλιάσουμε έννοιες όπως η στοργή, η αδελφοσύνη (το sisterhood), η φροντίδα και η αλληλεγγύη, οι οποίες είναι ποινικοποιημένες τόσο από τον καπιταλισμό, όσο και από την πατριαρχία. Ο πόνος μας θυμίζει πόσα χρωστάμε στις αδερφές μας που δεν είναι πια μαζί μας. Ο πόνος μας θυμίζει πως δεν μπορούμε να επαναπαυθούμε σε ευνοϊκούς νόμους ή θετικές τοποθετήσεις, γιατί η αξία των ζωών μας αμφισβητείται έμπρακτα καθημερινά». 

Γνωμούλα;
+1
0
Έκλαψα
+1
0
Βαριέμαι
+1
0
Νευρίασα
+1
1
Αγαπώ
+1
1
Σοκαρίστηκα