Για πολλούς, η λέξη «αλλαγή» συνοδεύεται από δυσφορία και άγχος.

Οι ακόλουθες ιστορίες γυναικών, ωστόσο, επιβεβαιώνουν ότι δεν είναι απόλυτο αυτό.

Αν μη τι άλλο, μερικοί προτιμούν να οδεύουν εκ του ασφαλούς, με σταθερή πορεία και να αισθάνονται ότι έχουν «γαντζωθεί» κάπου. Εν μέρει, μια τέτοια νοοτροπία είναι απολύτως δικαιολογημένη, αφού ζούμε σ’ έναν κόσμο που διαρκώς αλλάζει κι εξελίσσεται. Αν, μάλιστα, κάνουμε ένα zoom στην ελληνική πραγματικότητα του 2023, τότε μοιραία θα αντιληφθούμε πως αυξάνεται ραγδαία ο κίνδυνος της κατραπακιάς σε μια ενδεχόμενη τολμηρή κίνηση.

Από την άλλη, κατά καιρούς διαβάζουμε αποφθέγματα, τα οποία αφορμώνται από μία φιλοσοφία ανάπτυξης ή εξέλιξης, προβάλλοντας μια διαφορετική οπτική. Επί της ουσίας, ενεργοποιούν την επιθυμία μας να ξεμυτίσουμε με τόλμη από τη ζώνη άνεσής μας.

Πράγματι, σε ορισμένες περιπτώσεις, η αλλαγή ενδέχεται να ισοδυναμεί με την εξέλιξη, τη βελτίωση και την ανάπτυξη. Κι αν όλα αυτά ακούγονται υπερβολικά θεωρητικά, ιδού ορισμένες ιστορίες πολύ σπουδαίων γυναικών που έρχονται να αποδείξουν περίτρανα πως δεν χρειάζεται να φοβόμαστε τις αλλαγές, διότι μπορεί να έχουν θετικό πρόσημο.

Kristin Morgan: Ένα δυστύχημα της στοίχησε τα πόδια της, όμως πρόσθεσε τεχνητά πόδια και αφοσιώθηκε στη γυμναστική

Μια κατά τ’ άλλα φυσιολογική μέρα του 2014, η Kristin Morgan έφυγε από το σπίτι της για να κάνει κάποιες εξωτερικές δουλειές. Όσο βρισκόταν καθ’ οδόν με το αυτοκίνητό της. Το τελευταίο που φαίνεται να θυμάται είναι πως ξύπνησε ανάποδα μέσα στο όχημα. Ως απότοκο, η κυκλοφορία του αίματος στα πόδια της διακόπηκε, με αποτέλεσμα να καταστεί απαραίτητος ο ακρωτηριασμός, προκειμένου να σωθεί η ζωή της.  

Εντούτοις, η φαινομενικά τραγική αυτή περιπέτεια είχε αίσιο τέλος. Πριν οκτώ χρόνια, η Kristin έλαβε τεχνητά πόδια και αφοσιώθηκε στη μεγάλη της αγάπη: Τη γυμναστική. Παράλληλα, αντιμετώπισε την όλη μετάβαση σαν μια πρόκληση, ώστε να δει μέχρι που μπορεί να φτάσουν οι αντοχές της.

Κάπως έτσι, γεννήθηκε  η εταιρεία catering, «Savory Fig & Honey» και ο λογαριασμός @footlessgoddess, μέσω του οποίου προωθεί τις ασκήσεις και τις προπονήσεις της.

«Ξεκίνησα την επιχείρησή μου τον Οκτώβριο. Τη λατρεύω γιατί μου επιτρέπει να αξιοποιώ τη δημιουργικότητά μου, κάτι με κάνει χαρούμενη».

Όπως εξομολογήθηκε, δεν ήταν καθόλου αναίμακτη η προσαρμογή σε μία πραγματικότητα με τεχνητά πόδια.  

«Πήγαινα τα παιδιά μου για μεσημεριανό, σε μία προσπάθεια να κάνουμε κάτι ωραίο όλοι μαζί. Προσπαθούσα να περπατήσω γρήγορα και να διασχίσω το δρόμο – όχι σε διάβαση. Θεωρούσα πως το δάχτυλο του ποδιού μου θα κατέβαινε πρώτο από το πεζοδρόμιο, αλλά αυτό δε συνέβη ποτέ. Έπεσα. Ήθελα να το διακωμωδήσω και γέλασα, όμως μερικοί περαστικοί έσπευσαν να με βοηθήσουν και τα παιδιά μου ντράπηκαν. Τότε, το πήρα απόφαση: Είμαι μαμά και οι μαμάδες μπορούν να προσαρμοστούν σε οποιαδήποτε κατάσταση».

Για το πώς κατάφερε να αντιμετωπίσει μια τόσο σύνθετη κατάσταση, λέει αφοπλιστικά:

«Κατά καιρούς, με πιάνει το παράπονο. Κλαίω στο ντους, γιατί κανείς δεν μπορεί να δει τα δάκρυα. Έχω κάποιους στενούς φίλους που θα με ακούσουν και θα με στηρίξουν – αλλά μέχρι εκεί. Δεν θα κλάψω δημόσια».

«Μπορείς να παραπονεθείς ή να προσευχηθείς για τις μ@@@@@@ της ζωής. Και βέβαια, μπορείς πάντα απλά να τις αγκαλιάσεις».

Khadi Oluwatoyin – Από τον αλκοολισμό στη δημιουργία μιας κοινότητας για τη στήριξη των μαύρων γυναικών που μάχονται με τις εξαρτήσεις

Ένα παιδικό τραύμα την έριξε στο αλκοόλ, αφού θεωρούσε ότι την βοηθάει να απαλύνει τον πόνο της.

Έπειτα από δέκα χρόνια αδιάκοπης κατανάλωσης αλκοόλ, όμως, συνειδητοποίησε πως υπάρχει σοβαρό πρόβλημα. Αφότου επέλεξε να παραιτηθεί από τη δουλειά της, ως δικηγόρος, αποφάσισε να δημιουργήσει έναν κόμβο συνάντησης και παροχής βοήθειας για μαύρες γυναίκες – είναι και η ίδια Αφρικανή – και θηλυκότητες που παλεύουν με τις εξαρτήσεις. Υπό αυτό το πρίσμα, το 2018, ιδρύθηκε το «Sober Black Girls Club».

«Για μένα, δεν είναι κάτι το σπουδαίο αυτό που κάνω. Γνωρίζουμε ότι πολλοί άνθρωποι σε αυτή τη χώρα έχουν χάσει τη ζωή τους από την ακατάπαυστη κατανάλωση αλκοόλ. Πολλοί, μάλιστα, δε λαμβάνουν εξατομικευμένη θεραπεία απεξάρτησης. Αυτό σημαίνει πως κάτι δεν κάνουμε σωστά», ανέφερε.

«Προέρχομαι από ένα πραγματικά αυστηρό μουσουλμανικό αφρικανικό σπίτι, οπότε ήταν περίεργο, γιατί νόμιζα ότι ήξερα πολλά για τον εθισμό και την κατάχρηση ουσιών. Ξέρω πώς είναι να είσαι σε άρνηση. Έπρεπε να πάρω μια απόφαση για μένα, ώστε να αποκτήσω τη ζωή που πάντα ήθελα».

Σε ό,τι αφορά την ίδρυση του «Sober Black Girls Club», αναφέρει:

«Θέλω οι άνθρωποι που αγωνίζονται να συνειδητοποιήσουν ότι δεν υπάρχει απολύτως τίποτα κακό στην αξιολόγηση της σχέσης τους με τις ουσίες. Όλοι αξίζουμε χώρο και χρόνο για να θεραπευτούμε. Και μερικές φορές, δεν προσφέρεται αυτό. Ενδεχομένως, να είναι και τρομακτική αυτή η κατάσταση. Τώρα πια, οι άνθρωποι είναι πιο ανοιχτοί απέναντί μου – με καταλαβαίνουν και συντάσσονται μαζί μου», πρόσθεσε.

Bethany Sand-Dahl – Από το σχέδιο μόδας στη νοσηλευτική

Για δέκα χρόνια, εργαζόταν ως σχεδιάστρια παιδικής μόδας, μια δουλειά ονειρεμένη για ορισμένους. Ωστόσο, η απρόσωπη φύση της καπιταλιστικής βιομηχανίας και η μονοτονία της γραφειακής ρουτίνας, την παρακίνησαν να αναζητήσει ένα άλλο μονοπάτι.

Μετά από αρκετή σκέψη, μερικές λανθασμένες εκκινήσεις και πολλά σεμινάρια, η Sand-Dahl ανακάλυψε ότι την ελκύει η νοσηλευτική, καθώς την διακατείχε η επιθυμία για παροχή βοήθειας στους συνανθρώπους της.

«Είχα ξεκινήσει μια νέα δουλειά μερικά χρόνια πριν γίνω δεκτή στη σχολή νοσηλευτικής. Και δεν είχα πει σε κανέναν ότι ήθελα να ακολουθήσω αυτό το μονοπάτι. Ήλπιζα πραγματικά ότι θα συνεχίσω να εργάζομαι με καθεστώς μερικής απασχόλησης, ίσως εξ αποστάσεως, όσο φοιτούσα στη σχολή. Όμως, η τηλεργασία δεν αποτελούσε επιλογή για εκείνους. Μέχρι που ήρθε η πανδημία – και η τηλεργασία μπήκε για τα καλά στις ζωές μας», δήλωσε.

«Θυμάμαι ότι την πρώτη μέρα στη σχολή νοσηλευτικής, μας είπαν ότι πρέπει να ξέρουμε το λόγο που επιλέγουμε αυτή την κατεύθυνση, γιατί θα υπάρξουν δύσκολες στιγμές που δεν θα είναι τόσο ξεκάθαρο το κίνητρο».

Wanda Duncan, ιδρύτρια του «Black Women Travel»

«Είχα μια μουσική startup. Ήμουν στο πρόγραμμα Georgia Tech. Αλλά δεν ήταν αυτό που πραγματικά ήθελα να φτιάξω. Ένιωθα σαν εξωγήινη».

Κι έτσι κι έγινε. Η ασίγαστη φλόγα που έκαιγε μέσα της για ένα καλύτερο μέλλον, πήρε σάρκα και οστά το 2016, όταν ιδρύθηκε το «Black Women Travl». Η Wanda, ως digital nomad, ήταν αποφασισμένη να δώσει στις μαύρες γυναίκες το κλειδί για νέες περιπέτειες μέσα από την ιστοσελίδα της.

«Δεν έχει σημασία το είδος της εκδήλωσης. Υπάρχουν πάντα μέρη όπου οι γυναίκες είναι σε θέση να εκφράσουν δυνατά τα θέλω και τα πιστεύω τους. Και αυτό είναι μαγικό. Μας υπενθυμίζει πως δεν είμαστε μόνοι».

«Όταν ταξιδεύεις εκτός των ΗΠΑ, συνειδητοποιείς ότι οι διακρίσεις και οι χαρακτηρισμοί, δεν υφίστανται. Ή τουλάχιστον, όχι στον ίδιο βαθμό. Επιπλέον, οι μαύρες γυναίκες, συχνά, δεν αντιλαμβάνονται τον στιγματισμό που δέχονται από μία κοινωνία, αποκλειστικά και μόνο λόγο χρώματος. Είναι πολύ ασυνήθιστο το να αισθάνεσαι πως σε αντιμετωπίζουν ισάξια σε άλλες περιοχές».

«Αυτό που λαχταρούσα περισσότερο ήταν να αποκτήσουμε οι μαύρες γυναίκες κάτι που δεν είχαμε ποτέ. Μονίμως, βοηθάμε την οικογένεια, τους φίλους και τους συντρόφους μας. Παρ’ όλα αυτά, φαίνεται να ξεχνάμε πόσο σημαντικό είναι να βοηθάμε τον εαυτό μας. Μάλιστα, μερικές φορές αναλωνόμαστε σε καταστάσεις άνευ ουσίας, αντί να εστιάσουμε σε όσα πράγματι έχουν αξία.

«Πολλές φορές, δυσκολευόμαστε να καλλιεργήσουμε αυτή τη βαθύτερη διασύνδεση με τον εαυτό μας, να θέσουμε τα θέλω, τα συναισθήματα και τα όνειρά μας σε προτεραιότητα. Όσο ζούμε σε έναν πατριαρχικό κόσμο, μοιραία θα συμβαίνει αυτό».

Γνωμούλα;
+1
0
Έκλαψα
+1
0
Βαριέμαι
+1
0
Νευρίασα
+1
0
Αγαπώ
+1
0
Σοκαρίστηκα