Τα φαινόμενα της φοροδιαφυγής και της “μαύρης εργασίας” κυριαρχούν στην Ελλάδα επί δεκαετίες.

Σχεδόν όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις, ειδικότερα στα μνημονιακά χρόνια, προσπάθησαν να καταπολεμήσουν τα φαινόμενα αυτά, καταλήγοντας τελικά σε πολλές περιπτώσεις να τα μεγενθύνθουν. Η φοροδιαφυγή και η “μαύρη εργασία” αποτελούν πεδία προβληματισμού στο δημόσιο διάλογο ως προς την εξουδετέρωσή τους.

Λίγοι, όμως, είναι αυτοί που προτού σκεφτούν κάποια πιθανή λύση, μελετούν τα στοιχεία που γεννούν αυτά τα ζητήματα. Αν μελετήσει κανείς το φορολογικό και ασφαλιστικό σύστημα της Ελλάδας, θα συναντήσει ένα χάος που γεννά κάτι πολύ μεγαλύτερο από την φοροδιαφυγή, την υπερφορολόγηση

Η υπερφορολόγηση-αφαίμαξη των μικρομεσαίων  εισοδημάτων στα χρόνια της κρίσης, μέχρι και σήμερα

Η Ελλάδα, γι’ άλλη μια φορά, σημειώνει αρνητικό πρωταθλητισμό, κατέχοντας από τις πρώτες θέσεις στην Ευρώπη ως προς το ύψος των φορολογικών συντελεστών της. Τρανό παράδειγμα, η φορολόγηση κατά 35% στα εισοδήματα 12.000-35.000 ευρώ. Εν ολίγοις, ένας εργαζόμενος με μισθό 1000€ το μήνα, δίνει μηνιαίως τα 350€ στο κράτος!

Σε μια χώρα όπου το ενοίκιο μιας γκαρσονιέρας έχει φτάσει στα 400€ και το καρότσι του σούπερ μάρκετ έχει μετατραπεί σε καλαθάκι που στερείται ακόμα και βασικά αγαθά, η υπερφορολόγηση των μικρών και μεσαίων εισοδημάτων, καθιστά τη φοροδιαφυγή μονόδρομο επιβίωσης. Στον κλοιό της υπερφορολόγησης βρίσκονται παράλληλα οι ελεύθεροι επαγγελματίες, όπου, σε ορισμένες περιπτώσεις, η φορολόγηση του ετήσιου εισοδήματός τους αγγίζει το 75%.

Στον τομέα της μικρομεσαίας επιχείρησης, παρά τους διθύραμβους της κυβέρνησης για ανακούφιση και στήριξη στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, ακόμη τα συνοικιακά καταστήματα “αιμορραγούν” οικονομικά. 

Ένας μέσος μικροεπιχειρηματίας, παραδείγματος χάρη, φορολογείται σχεδόν στο 1/3 των κερδών του, έχοντας παράλληλα στο λαιμό του τη “θηλιά” των υψηλών ασφαλιστικών εισφορών για τους εργαζόμενους της επιχείρησης.

Το υπάρχον φορολογικό-ασφαλιστικό πλαίσιο, σε συνδυασμό με την επιλογή της κυβέρνησης να προχωρήσει σε ένα παραγωγικό μοντέλο με κινητήριο δύναμη τα μεγάλα επιχειρηματικά μονοπώλια, καθιστά ασύμφορη την ύπαρξη μιας μικρομεσαίας επιχείρησης στην Ελλάδα. 

Συνεπώς, πίσω από τους “εγκληματίες φοροφυγάδες” κρύβονται άνθρωποι που δεν μπορούν καν πλέον να ανταποκριθούν σε αυτές τις παράλογες οικονομικές απαιτήσεις και παλεύουν για την αξιοπρεπή επιβίωση τους. 

Ποιες είναι οι κοινωνικές συνέπειες της υπερφορολόγησης;

Η διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων μέσα από την υπερφορολόγιση, τρομάζει. Η μείωση των μικρών και μεσαίων εισοδημάτων βυθίζει την πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας στη φτώχεια.

Το μείγμα υπερφορολόγησης-φοροδιαφυγής καταλήγει να στερεί χρήματα από τα ταμεία του ελληνικού κράτους, μειώνοντας έτσι και την ποιότητα των κοινωνικών παροχών όπως το Εθνικό Σύστημα Υγείας και η δημόσια εκπαίδευση

Οι διευρυμένες κοινωνικές ανισότητες αγγίζουν αλυσιδωτά το φαινόμενο του “Brain Drain”. Πώς, άλλωστε, να μείνει στην Ελλάδα ένας νέος επιστήμονας, όταν στην χώρα μας λαμβάνει σχεδόν το 1/3 της αμοιβής που θα λάμβανε σε χώρες της βόρειας Ευρώπης και φορολογείται το διπλάσιο απ’ όσο θα φορολογούνταν στις αντίστοιχες χώρες;

Παρομοίως,στον τομέα του επιχειρείν, με ποια κίνητρα ένα νέο άτομο να ανοίξει την επιχείρησή του σε μια χώρα που δεν θα του επιτρέπει, στην ουσία, να απολαύσει κάποιο οικονομικό κέρδος για χρόνια, μόνο εκτός αν επιλέξει παράνομα να φοροδιαφύγει;

Αναρωτήθηκε κάποιο κυβερνητικό στέλεχος πως, υπό αυτές τις συνθήκες, ένας μισθωτός, ένας ελεύθερος επαγγελματίας ή ένας μικροεπιχειρηματίας με οικογένεια θα αδυνατεί να βιοποριστεί αξιοπρεπώς δίχως να καταφεύγει σε τέτοια αθέμιτα μέσα;

Υπάρχει εναλλακτική;

Μήπως χρειάζεται να στρέψουμε το βλέμμα μας απο τα “δρακόντεια” φορολογικά μέτρα σε πιο αποδοτικά φορολογικά μοντέλα;

Αντί το κράτος να παγιδεύεται μαζί με τον πολίτη σε έναν ιστό που επιβαρύνει τον πολίτη και υποβαθμίζει την ποιότητα των κρατικών υπηρεσιών, χρειάζεται να ακολουθήσει πολιτικές φορολογικής ανακούφισης και οριζόντιας φορολογίας, όπου αυτή μπορεί και πρέπει να γίνει. Μια γενναία μείωση του συντελεστή φορολόγησης των μισθωτών στο 18%, μπορεί να μετατρέψει το εισόδημα αυτό σε αγοραστική δύναμη και, με τη σειρά της, να δώσει σημαντική ώθηση στην ελληνική οικονομία.

Το ελληνικό κράτος, αντίστοιχα, αντί να λαμβάνει πρακτικά λιγότερο από 10% των φόρων των μισθωτών, περιορίζει σημαντικά την φοροδιαφυγή και, σε μακροπρόθεσμο στάδιο, αυξάνει τις εισροές στα δημόσια ταμεία.

Στον τομέα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των ελεύθερων επαγγελματιών, η προσεκτική θέσπιση του flat tax δίνει ισχυρά κίνητρα αποφυγής παράνομων φορολογικών δράσεων και ανακουφίζει σημαντικά και την μικρομεσαία επιχείρηση και τον ελεύθερο επαγγελματία. 

Επιπρόσθετα, μια μικρή μείωση στις ασφαλιστικές εισφορές στο 10% μπορεί δημοσιονομικά να ανοίξει τον δρόμο για αύξηση του κατώτατου μισθού μέχρι και 20%, προσφέροντας έτσι αμφίπλευρο όφελος σε εργοδότη και εργαζόμενο και καθιστώντας το πλαίσιο της ανασφάλιστης εργασίας, αντικειμενικά μη ωφέλιμο για κανέναν.

Οι αντιθέσεις που πρέπει να γίνουν συνθέσεις

Η Ελλάδα είναι μια χώρα γεμάτη αντιθέσεις, ακόμη και στην οικονομία. Ζούμε σε μια χώρα που δρα σε φορολογική ρητορική Σκανδιναβίας και προσφέρει κρατικές υπηρεσίες ποιότητας Θάτσερ. Πρέπει επιτέλους να κάνουμε τις αντιθέσεις, συνθέσεις.

Να μη φοβηθούμε να προχωρήσουμε σε αναγκαίες τομές με μακροπρόθεσμο κοινωνικό κέρδος. Να μην κλειστούμε σε πολιτικά ταμπού που απωθούν, τελικά, τον κοινωνικό διάλογο. Μια χώρα με δίκαιο φορολογικό σύστημα και αξιοπρεπείς κρατικές υπηρεσίες, είναι εφικτή. 

Γνωμούλα;
+1
0
Έκλαψα
+1
0
Βαριέμαι
+1
0
Νευρίασα
+1
0
Αγαπώ
+1
0
Σοκαρίστηκα