«Σε αυτό τον κόσμο, που ολοένα στενεύει, ο καθένας μας χρειάζεται όλους τους άλλους. Πρέπει να αναζητήσουμε τον άνθρωπο, όπου και να βρίσκεται», είχε πει ο Γιώργος Σεφέρης, κατά τη διάρκεια της ομιλίας του για την απονομή του βραβείου Νόμπελ στην Στοκχόλμη, αλλά δεν είναι εν τέλει αυτονόητο πως η φράση του έχει την ίδια βαρύτητα στο μυαλό όλων.

Υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν να συναισθανθούν τον διπλανό τους σε οποιοδήποτε πλαίσιο και υπάρχουν άνθρωποι που κρίνουν καταστάσεις και παίρνουν αποφάσεις, βασιζόμενοι μόνο στα δικά τους κίνητρα και συναισθήματα. 

Ενσυναίσθηση είναι η ικανότητα να κατανοούμε την ψυχική κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο άλλος και να αντιλαμβανόμαστε τις αποφάσεις και τα κίνητρά του, ανεξαρτήτως με το αν συμφωνούμε ή όχι με αυτά.

Οι άνθρωποι με ενσυναίσθηση έχουν το πλεονέκτημα να χτίζουν ουσιαστικές σχέσεις με βάση την ειλικρινή επικοινωνία και την αμοιβαία στήριξη, γιατί αντιλαμβάνονται τις συναισθηματικές ανάγκες των άλλων και αντιδρούν αναλόγως σε κάθε περίσταση, αποφεύγοντας περιττούς τριγμούς που πληγώνουν τις δύο πλευρές.

Η ενσυναίσθηση αποτελεί τη βάση της εποικοδομητικής επικοινωνίας και του σεβασμού στον συνάνθρωπο. Λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι οι διαπροσωπικές σχέσεις είναι ίσως το σημαντικότερο κομμάτι της ανθρώπινης φύσης, αντιλαμβανόμαστε πως η ενσυναίσθηση αποτελεί ένα δομικό στοιχείο μίας κοινωνίας που προάγει την ψυχική υγεία και θεωρείται ένα ασφαλές καταφύγιο για όλους.

Η ισχυρή δύναμη της ενσυναίσθησης είναι αδιαμφισβήτητη καθώς και οι θετικές επιδράσεις της στη ζωή του ανθρώπου και του ευρύτερου συνόλου. Είναι, όμως, άραγε ικανή να προκαλέσει κακό; Ορισμένοι ψυχολόγοι τείνουν να πιστεύουν πως αν όλοι στηριζόμασταν αποκλειστικά στην ορθολογική σκέψη για τη λήψη αποφάσεων και την εξαγωγή συμπερασμάτων, η ανθρωπότητα θα ωφελούταν κατά πολύ.

Πιο συγκεκριμένα, δημιουργείται ο προβληματισμός για το κατά πόσο μπορεί να αποδειχθεί «επικίνδυνη» όταν εντοπίζεται σε έναν άνθρωπο που κινείται με ιδιοτελή κίνητρα. Τρανό παράδειγμα αποτελούν οι ρητορείες και οι λόγοι των πολιτικών προσώπων. Τι γίνεται όταν ένας ιδιοφυής άνθρωπος έχει ενσυναίσθηση ή συνεργάζεται με ανθρώπους που έχουν, αλλά μπορεί να τη χρησιμοποιήσει για να χειραγωγήσει απλώς το πλήθος και δεν έχει αλτρουιστικές προθέσεις;

Όταν οι άσχημες ειδήσεις αποτελούν πλέον ρουτίνα και οι εικόνες βασανισμένων συνανθρώπων μας διαδέχονται η μία την άλλη, η ενσυναίσθηση ίσως και να αποδεικνύεται δύσκολη για κάποιους. Ένας άνθρωπος ευαίσθητος προς τον πόνο του άλλου καλείται να διαχειριστεί όλα τα δεινά των οποίων γίνεται καθημερινά μάρτυρας.

Πώς θα καταφέρει να συνεχίσει αλώβητος την καθημερινότητά του, να αποδώσει στην εργασία του και να είναι ο εαυτός του; Αντιλαμβανόμενος τον θρήνο, τον πόνο και τον φόβο δεν μπορεί παρά να επηρεαστεί η ζωή του. Σε ακραίες μάλιστα περιπτώσεις, το στρες που εντοπίζεται σε άτομα με ανεπτυγμένη την ενσυναίσθηση μπορεί να ταυτιστεί με τα συμπτώματα του μετατραυματικού στρες που βιώνουν τα ίδια τα θύματα, όπως έντονη ανασφάλεια και φόβος, ταχυκαρδίες, διαταραχές ύπνου κ.α. 

Βέβαια, τα οφέλη που προσφέρει στον άνθρωπο και την κοινωνία η ενσυναίσθηση δεν αναιρούνται και ούτε εξισώνονται με την αρνητική χροιά που εντοπίζεται ανά περιπτώσεις. Η έλλειψή της, από την άλλη δεν σκιαγραφεί απαραίτητα έναν άνθρωπο κενό συναισθημάτων που αδιαφορεί για τους συνανθρώπους του. Υπάρχουν εκατομμύρια άνθρωποι με εξαιρετικά πολλές ευαισθησίες και ανησυχίες και άνθρωποι που βοηθούν με τον τρόπο που θέλουν ή  μπορούν χωρίς να έχουν ενσυναίσθηση αλλά έντονο το αίσθημα του δικαίου ή απλώς αλτρουισμό.

Το αντίθετο, λοιπόν, της ενσυναίσθησης δεν είναι η απουσία της, αλλά η έννοια της αλεξιθυμίας, όπως αναφέρθηκε και πρωτύτερα.  

Αλεξιθυμία χαρακτηρίζεται η κατάσταση κατά την οποία το άτομο δυσκολεύεται να αντιληφθεί και να κατανοήσει τα συναισθήματά του. Προέρχεται από το αρχαίο ρήμα «αλέξω» που σημαίνει απωθώ ή προστατεύω και το «θυμία-θυμός», που είναι το συναίσθημα.

Πρωτοερευνήθηκε το 1973 από τον ψυχίατρο Πέτρο Σιφναίο σε μία προσπάθεια να ορίσει μία κατάσταση που εντόπιζε σε πολλούς ασθενείς του με ψυχοσωματικά προβλήματα. Η κατάσταση αυτή θα μπορούσε να παρομοιαστεί με συναισθηματική τύφλωση. Δηλαδή το άτομο που υποφέρει από αλεξιθυμία αντιλαμβάνεται μία ισχυρή συναισθηματική αναστάτωση καθώς τη βιώνει, δεν έχει όμως την ικανότητα να εξηγήσει ή να αντιληφθεί τι την προκάλεσε.

Τα ερεθίσματα καθώς και τα ίδια τα συναισθήματά του περνούν απαρατήρητα από το ίδιο το άτομο και κατά συνέπεια και των ανθρώπων γύρω του. Έτσι, προκύπτει ένα άτομο απομονωμένο και αποκομμένο τόσο από το σύνολο όσο και από τον ίδιο του τον εαυτό. 

Παράγοντες που μπορεί να οδηγήσουν σε μία τέτοια κατάσταση είναι πολλοί, όπως η έλλειψη επικοινωνίας από ευαίσθητες ηλικίες, η στέρηση σταθερού περιβάλλοντος, ο έντονος εγωκεντρισμός, μία ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας, οι παιδικές εμπειρίες ή κάποιο έντονο τραύμα του παρελθόντος.

Η πρωτογενής, που οφείλεται στα γονίδια ενός ατόμου και η δευτερογενής που θεωρείται επίκτητη και σχετίζεται με το περιβάλλον και τα προσωπικά βιώματα του καθενός. Η αλεξιθυμία παρουσιάζει σοβαρές συνέπειες στη ζωή ενός ατόμου, ενώ έχει συσχετιστεί, μέσω ερευνών, με την κατάθλιψη.

Οι καρδιακές αρρυθμίες, ο θυρεοειδής, οι διαταραχές του εντέρου, η ψωρίαση ή η ακμή, σχετίζονται ανά περιπτώσεις με την κατάσταση αυτή, καθώς όταν ένα άτομο αντιμετωπίζει τόσο μεγάλη δυσκολία διαχείρισης συναισθημάτων και εξωτερίκευσής τους, τα εκδηλώνει σωματικά. Έτσι τα έντονα και δυσάρεστα αυτά συμπτώματα θεωρούνται η διέξοδος των όσων το άτομο αυτό βιώνει και νιώθει.

Η αλεξιθυμία μπορεί να ξεπεραστεί και να απαλλάξει το άτομο από τα δύσκολα συμπτώματά της. Ο βασικότερος τρόπος είναι η ψυχοθεραπεία, μέσω της οποίας κλείνουν πληγές του παρελθόντος και ανοίγουν οι ορίζοντες για ένα λειτουργικότερο μέλλον.

Επίσης, το οικογενειακό και ευρύτερο στενό περιβάλλον μπορούν να βοηθήσουν με αποδοχή, συζήτηση και καθοδήγηση. Σε κάθε περίπτωση η τετριμμένη φράση «μέτρον άριστον» είναι αυτή που για ακόμη μία φορά δίνει την απάντηση. Καταλήγοντας, το απόσπασμα από το ποίημα της αγαπημένης Κατερίνας Γώγου μας θυμίζει για ποιό λόγο αξίζει όλη αυτή η τόσο δύσκολη προσωπική προσπάθεια. 

«Είναι Μαρία, δε θέλω να λέω ψέματα,
δύσκολοι καιροί και θα’ ρθουνε κι άλλοι
δε ξέρω, μην περιμένεις κι από μένα πολλά
τόσα έζησα, τόσα έμαθα, τόσα λέω
κι απ’ όσα διάβασα ένα κράτησα καλά
Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος
Θα την αλλάξουμε τη ζωή
…παρ’ όλα αυτά Μαρία.»

Γνωμούλα;
+1
0
Έκλαψα
+1
1
Βαριέμαι
+1
0
Νευρίασα
+1
0
Αγαπώ
+1
0
Σοκαρίστηκα