Είναι μια πραγματικότητα πως οι πολιτικοί στη χώρα μας, κατά γενική ομολογία, δεν έχουν διαγράψει και την πιο αδιάφθορη πορεία.
Ανά τα χρόνια, τα πολιτικά σκάνδαλα διαδέχονται το ένα το άλλο, ενώ ουκ ολίγες φορές έχουμε γίνει μάρτυρες σε περιστατικά κατάχρησης εξουσίας ή χειραγώγησης. Όλα αυτά συνέβαλαν στο να δημιουργηθεί μια εξαιρετικά απωθητική εικόνα για την πολιτική, ευρύτερα, γεγονός ιδιαίτερα προβληματικό.
Ως εκ τούτου, όσοι τυχαίνει να ασχολούμαστε με τα κοινά, με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, καλούμαστε να απολογηθούμε, σε πολλές περιπτώσεις, επειδή οι απόψεις μας εναρμονίζονται με τις θέσεις ενός κόμματος και έχουμε την αισιοδοξία και τη διάθεση να βάλουμε το λιθαράκι μας στη δόμηση μιας αναβαθμισμένης κοινωνίας και στην πάταξη της διαφθοράς.
Εκεί, έρχονται διάφορα “χαστούκια”, όπως: “Όλοι ίδιοι είναι, δεν θα αλλάξεις εσύ τον κόσμο”, “Για τα λεφτά τα κάνεις όλα” – κι ας μην αμείβεσαι ή “είσαι κομματόσκυλο”. Και στο τέλος, μας φταίνε οι νέοι, που έχουν βαφτιστεί “επαναστάτες του πληκτρολογίου” και “τεμπέληδες”.
Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα η κατάσταση.
Είναι αλήθεια πως είναι κάπως στενάχωρο να παρατηρείς (κυρίως νέους) ανθρώπους να χρησιμοποιούν παλαιοκομματικές τακτικές, “ξύλινο” λόγο και πρακτικές που δεν προσφέρουν κάποια αισιοδοξία για το μέλλον της πολιτικής. Είναι, ως ένα σημείο, κατανοητό να έχουμε απογοητευτεί με τον ρεφορισμό και όσους λένε οτι “θα αλλάξουν την κατάσταση εκ των έσω”. Αλλά δεν γίνεται να αποδοκιμάζουμε, να (κατά) κρίνουμε εκ των προτέρων και κυρίως να “γκρεμίζουμε” όνειρα.
Για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή και… ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη
Ξεχνάμε κάτι σημαντικό: Η διχόνοια και η αποχή είναι τα δομικά υλικά της τρέχουσας κυβέρνησης, η οποία, ας μην κρυβόμαστε “πίσω από το δάχτυλό μας”, έχει ήδη υποπέσει σε αρκετά ατοπήματα, από τους πρώτους κιόλας μήνες της εκλογής της, προκαλώντας σφοδρές και αρνητικές αντιδράσεις από μεγάλη μερίδα του ελληνικού λαού.
Εντούτοις, απέχουμε συνειδητά από την κάλπη όταν έρχεται η ώρα να αναδείξουμε την κυβερνώσα πολιτική δύναμη με την ψήφο μας. Κανένας δεν έχει την όρεξη να ασχοληθεί, αλλά όλοι έχουν την όρεξη να κρίνουν. Με τούτα και μ’ εκείνα, οι άνθρωποι που ασχολούνται με τα κοινά καταλήγουν να φοβούνται να εκφράσουν τις θέσεις τους.
Μάλιστα, εφόσον το “τσουβάλιασμα” τους έχει στήσει καρτέρι στα δέκα μέτρα, επιλέγουν αναγκαστικά τον απόλυτο ισαποστακισμό του “όλοι ίδιοι είναι”, παραλείποντας εκούσια να εκφράσουν τις σκέψεις και τις προσδοκίες τους.
Με αυτό τον τρόπο βλάπτονται όχι μόνο τα ίδια τα άτομα, αλλα και η δημοκρατία ως θεσμός. Από τη στιγμή που έχουν ελαχιστοποιηθεί οι γόνιμοι διάλογοι και η ανταλλαγή απόψεων σε ζητήματα συλλογικού ενδιαφέροντος, αυτομάτως μειώνονται δραστικά οι ιδέες και οι φωνές που “ψιθυρίζουν” συνθήματα υπέρ της αξιοπρεπούς διαβίωσης – και όχι της οριακής επιβίωσης.
Στο κάτω-κάτω, αν διαφωνούμε με τον πολιτικό λόγο κάποιου, υπάρχει η δυνατότητα του τεκμηριωμένου διαλόγου, με στόχο να επωφεληθούν όλες οι πλευρές. Δυστυχώς ή ευτυχώς, ο μηδενισμός ως αντίληψη και στάση ζωής, στο τέλος της μέρας, αποτελεί ουτοπία.
Η ζωή συνεχίζεται και μέρος της είναι οι εξελίξεις, οι οποίες επηρεάζονται καθαρά από πολιτικές αποφάσεις.
Οι άνθρωποι που ασχολούνται με τα κοινά έχουν πάρει απόφαση να έχουν λόγο και συμβολή σε αυτές τις εξελίξεις
Κι αυτή η απόφαση είναι αξιοθαύμαστη, όχι κατακριτέα. Πώς γίνεται να είναι δακτυλοδεικτούμενοι όσοι προσπαθούν, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, να επικουρίσουν σ’ ένα καλύτερο μέλλον; Σαφώς, υπάρχουν και τα “σκοτεινά συμφέροντα” στην πολιτική, όμως δεν είναι λύση να καυτηριάζονται όλοι συλλήβδην. Συν τοις άλλοις, χρειάζεται να έχουμε πάντα κατά νου πως όσοι ανήκουν σε μία παράταξη δεν ταυτίζονται – ή φανατίζονται – απαραίτητα, ούτε είναι εμποτισμένοι μέχρι το κόκαλο με την εκάστοτε ιδεολογία.
Εκτός αυτού, ένα κόμμα είναι ναι μεν η ιδεολογία του, αλλά καθοριστικός παράγοντας είναι και το ποιόν του αρχηγού του – η ιστορία το έχει αποδείξει περίτρανα αυτό. Καθώς εξελίσσεται η κοινωνία και το συλλογικό επίπεδο ενός λαού, τα κόμματα, οι πολιτικές οργανώσεις και οι πολιτικές τάσεις μεταβάλλονται και “υπακούν” στις ανάγκες ενός κράτους.
Το σημαντικό που πρέπει να εξετάζουμε, όμως, είναι το παρόν
Ποια πρόσωπα βρίσκονται τώρα στη πολιτική σκηνή; Είναι δέον να κρίνουμε αυτα τα πρόσωπα με βάση τους προκατόχους τους; Στο φινάλε-φινάλε, ο καθένας έχει κάτι διαφορετικό να μας δώσει. Αν μη τι άλλο, η πολιτική και η ενασχόληση με τα κοινά δεν αποτελούν επάγγελμα αυτό καθαυτό.
Δεν είναι κάτι που το σπουδάζεις ή εκπαιδεύεσαι γι’ αυτό. Πρόκειται για σοβαρότατο λειτούργημα που, μέσω της εκτελεστικής εξουσίας, επιτρέπει τη μετατροπή ιδεών, με γνώμονα το κοινό συμφέρον, σε μεταρρυθμίσεις. Φυσικά, είναι εύλογο και θεμιτό να κρίνουμε τις πολιτικές πεποιθήσεις και κινήσεις ενός προσώπου, πόσο μάλλον όταν απο μια θέση εξουσίας έχει τη δυνατότητα να επηρεάσει χιλιάδες, αν όχι εκατομμύρια, ζωές.
Αλλά αυτό είναι το μόνο που πρέπει να κρίνουμε. Το πώς πράττει κάποιος απο τη στιγμή που ασχολείται με τα κοινά – και όχι με το γεγονός οτι ασχολείται. Εξάλλου, όσοι είναι κατά της πολιτικής, μοιραία τάσσονται υπέρ της πολιτικής που τους επιβάλλεται.